Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Ο πλάγιος λόγος στα αρχαία

                    ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ                              
              
        
                Α. Κύριες προτάσεις κρίσεως

α. Μετά από ρήματα λεκτικά, όπως: λέγω, φημί, φάσκω, ὁμολογῶ, ὑπισχνοῦμαι, λέγεται, ἄδεται κτλ, ακολουθεί (ως αντικείμενο ή  υποκείμενο) ειδική πρόταση, που εισάγεται με το ὅτι και το ὡς ή ειδικό απαρέμφατο.

Παράδειγμα    (Ε. Λ.)  : Ὑβριστὴς εἶ.
                     
                       (Π.Λ.)  : Λέγει ὡς ὑβριστὴς εἰμὶ.(ειδική πρόταση)
                                    Λέγει ὑβριστὴν εἶναι με. (ειδικό απαρέμφατο)

Σημ. Το φημί την κλασική εποχή σχεδόν πάντοτε ακολουθεί απαρέμφατο.

 Παράδειγμα:      
                           (Ε. Λ.)  Oὐ δικαίως  λαμβάνεις  τὸ ἀργύριον.
                             
                              (Π.Λ.) Φησὶν ὁ κατήγορος οὐ δικαίως με λαμβάνειν τὸ  
                                      ἀργύριον.

Σημ. Τα ρήματα λέγω, εἶπον, φράζω, φωνῶ με ειδική πρόταση σημαίνουν λέγω, ενώ με απαρέμφατο σημαίνουν διατάσσω.

Παράδειγμα:  (Ε.Λ)   Μὴ ἀδικεῖτε.
                      
                      (Π.ΛἜλεγον αὐτοῖς μὴ άδικεῖν.

β. Μετά από  ρήματα δοξαστικά, όπως: ἡγοῦμαι, οἴομαι, δοκῶ, νομίζω, ἐλπίζω, ὑπολαμβάνω, εἰκάζω, αλλά και ἀπιστῶ, πιστεύω ακολουθεί σχεδόν πάντα ειδικό απαρέμφατο, ενώ σπάνια ειδική πρόταση με ὡς ή ακόμη σπανιότερα με ὅτι.

Παράδειγμα:    (Ε.Λ.) Οὗτος πράττει τὰ προσήκοντα.
                       
                         (Π.Λ.) Δοκοῦσι πράττειν τοῦτον  τὰ προσήκοντα.

γ. Μετά από ρήματα αισθητικά όπως: ἀκούω, πυνθάνομαι, ὁρῶ, αἰσθάνομαι, όταν δηλώνεται άμεση αντίληψη, ακολουθεί μετοχή. Όταν, όμως, δηλώνεται έμμεση αντίληψη συντάσσονται είτε με ειδική πρόταση είτε με μετοχή.

Παραδείγματα: (Ε.Λ.) Ὀδυσσεὺς δεξιὰν ὑφ’ εἵματος κρύπτει χεῖρα.
                        
                        (Π.Λ.) Ὁρῶ σε, Όδυσσεῦ, δεξιὰν ὑφ’ εἵματος κρύπτοντα χεῖρα.

                        (Ε.Λ.)    Ξενοφῶν πολίζει τὸ χωρίον.
                     
                        (Π.Λ.) Οἱ πολέμιοι ἤκουον ὅτι .Ξενοφῶν πολίζει τὸ χωρίον.

δ. Μετά από ρήματα γνωστικά ή δεικτικά όπως: γιγνώσκω, οἶδα, ἐπίσταμαι, μανθάνω, μέμνημαι, δηλῶ, άποφαίνω, δείκνυμι η σύνταξη είναι η ίδια με την παραπάνω (γ)



Παραδείγματα:  (Ε.Λ.) Τοῖς πολεμίοις οὔπω πάρεστιν τὸ πεζὸν.
 
  (Π.Λ.) Ἀγησίλαος ἐγίγνωσκεν ὅτι τοῖς πολεμίοις οὔπω παρείη    τὸ πεζὸν.
           
(Ε.Λ.) Οἱ μετὰ Δημοσθένους παραδεδώκασι σφᾶς αὐτούς

(Π.Λ.) Οἰχόμενος ἀπήγγειλε τοὺς μετὰ Δημοσθένους παραδεδωκότας  σφᾶς αὐτούς.   
    
                               
                                                  
                                              Κανόνες
                     Αλλαγές στις εγκλίσεις και τους χρόνους

Κύριες προτάσεις κρίσεως  του ευθέος λόγου, οι οποίες πλαγιαζόμενες εισάγονται με το ὅτι ή το ὡς, ακολουθούν τους παρακάτω κανόνες:

Ø  Μετά από αρκτικό χρόνο, κάθε ρήμα διατηρεί και την έγκλιση και το χρόνο του ευθέος λόγου. Εξαιρείται το πρόσωπο του ρήματος  το οποίο πρέπει να μεταβληθεί.

                   Παράδειγμα:  (ΕΛ)  Πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἔχω εἰπεῖν.
                                                 
                                         (ΠΛ)  Λέγει ὅτι πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα ἔχει εἰπεῖν.

Ø  Μετά από ιστορικό χρόνο, η οριστική αρκτικού χρόνου είναι δυνατόν είτε να μεταβληθεί σε ευκτική του ίδιου χρόνου είτε να διατηρηθεί στην ίδια έγκλιση και χρόνο.                                                                                                      
( Σημ. Η αλλαγή στο πρόσωπο του ρήματος είναι απαραίτητη τις περισσότερες φορές)

Παράδειγματα :  (ΕΛ) Οὐ δικαίως ἔφυγεν.
                           
                           (ΠΛ) Εἶπεν ὅτι οὐ δικαίως φύγοι.
 
                            (ΕΛ)  Κῦρος τέθνηκεν.
                             
                            (ΠΛ) Ἔλεγον ὅτι Κῦρος τέθνηκεν

(στο παράδειγμα αυτό διατηρείται η οριστική, ακόμη και μετά από ιστορικό χρόνο, για να δηλωθεί το έντονα πραγματικό)

Ø  Η οριστική (ιστορικών χρόνων) που δηλώνει το μη πραγματικό (με ή χωρίς το ἄν) διατηρείται, ανεξάρτητα από την εξάρτηση.

    Παραδείγματα:  (ΕΛ) Οὐτ’ ἄν ἐγὼ Σερίφειος ὤν ὀνομαστὸς ἐγένομην

                        (ΠΛ)  Θεμιστοκλῆς ἀποκρίνεται/ ἀπεκρίνατο ὅτι οὐτ’ ἄν αὐτὸς Σερίφειος ὤν ὀνομαστὸς ἐγένετο




Ø  Η δυνητική ευκτική παραμένει αμετάβλητη, όποιος κι αν είναι ο χρόνος εξάρτησης.

Παραδείγμα: (ΕΛ) Ὁ ἀγαθὸς ἀνὴρ γένοιτ’ ἄν ποτε καὶ κακός.
                     
                     (ΠΛ)  Oὗτοι λέγουσι/ἔλεγον ὅτι ὀ ἀγαθὸς ἀνὴρ γένοιτ’ ἄν ποτε καὶ κακὸς.                                                       

Ø  Ο παρατατικός και ο υπερσυντέλικος στις απλές (κύριες)  προτάσεις  παραμένουν αμετάβλητοι ύστερα από αρκτικό χρόνο. Και με ιστορική εξάρτηση, όμως, συνήθως παραμένουν αμετάβλητοι (για να αποτραπεί αμφιβολία). Όταν, όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρξε ιστορικός χρόνος στον ευθύ λόγο, ο παρατατικός μεταβάλλεται σε ευκτική ενεστώτα κι ο υπερσυντέλικος σε ευκτική παρακειμένου. Στις δευτερεύουσες προτάσεις και οι δύο χρόνοι παραμένουν αμετάβλητοι.

Παραδείγματα: 
   
                            (ΕΛ)  Ἐδίωκεν αὐτοὺς Κῦρος τριήρεσιν.
             
                                        (ΠΛ)   Λέγει  ὅτι  Κῦρος ἐδίωκεν αὐτοὺς  τριήρεσιν.           

                             (ΕΛ)  Ἐπορεύοντο πρὸς τὸν Ἰνδὸν οἱ Χαλδαῖοι.
 
                             (ΠΛ)  Ἤκουσεν ὅτι πολλάκις πρὸς τὸν Ἰνδὸν οἱ
                                      Χαλδαῖοι   ἐπορεύοντο.

                             (ΕΛ)  Καὶ μόνοι τῶν Ἑλλήνων βασιλεῖ. συνεμαχόμεθα
                                   ἐν Πλαταιαῖς καὶ ὕστερον  ούδέποτε  ἐπὶ βασιλέα
                                  ἐστρατευσάμεθα.
 
                             (ΠΛ)  Εἶχε γὰρ λέγειν καὶ  ὅτι μόνοι τῶν  Ἑλλήνων
                                  βασιλεῖ συνεμάχοντο ἐν Πλαταιαῖς  καὶ ὅτι 
                                  ὕστερον ούδέποτε στρατεύσαιντο ἐπὶ βασιλέα.       

             
                         (Ε.Λ)  Ἐπλέομεν μέν,  τὴν δὲ ἀναίρεσιν τῶν ναυαγῶν
                                    προσετάξαμεν.

              
                                     (ΠΛ) Τὰ πεπραγμένα διηγοῦντο, ὅτι αὐτοὶ μὲν  
                                     πλέοιεν, τὴν δὲ ἀναίρεσιν τῶν ναυαγῶν                 
                                     προστάξαιεν                                     


Όταν ο ευθύς λόγος εξαρτάται από ένα ρήμα το οποίο συντάσσεται με απαρέμφατο ή μετοχή, το κύριο ρήμα (του ευθέος λόγου) μετατρέπεται σε απαρέμφατο και μετοχή του ίδιου χρόνου. Το ἄν (δυνητικό), εφόσον υπήρχε στον ευθύ λόγο, διατηρείται.

         
           Παραδείγματα:  (ΕΛ)  Τὸν Φίλιππον ἐν Ἐλλησπόντῳ κατελάβομεν ἄν.
                                        
                                         (ΠΛ) Νομίζετε τὸν Φίλιππον ἐν Ἐλλησπόντῳ καταλαβεῖν ἂν ἡμᾶς / Ἴστε τὸν Φίλιππον ἐν Ἐλλησπόντῳ καταλαβόντας ἄν ἡμᾶς.

Ø  Ο παρατατικός και ο υπερσυντέλικος, όταν πρέπει να μετατραπούν σε απαρέμφατο ή μετοχή, μετατρέπονται σε απαρέμφατο ή μετοχή
       ενεστώτα ή παρακειμένου αντίστοιχα.

Παραδείγματα:     (ΕΛ)    Οἱ Κορίνθιοι ἐναυπηγοῦντο καὶ παρεσκευάζοντο τὰ   κράτιστα στόλον νεῶν.
                               
                                   (ΠΛ)  Οἱ Κερκυραῖοι ἐπυνθάνοντο ναυπηγεῖσθαι καὶ παρασκευάζεσθαι τοὺς Κορινθίους τὰ κράτιστα στόλον νεῶν.

                               (ΕΛ)       Ἡ Πῦλος κατείληπτο.
                              
                                     (ΠΛ)       Ἐπύθοντο τῆς Πύλου κατειλημμένης





Στον Ευθύ Λόγο:
Στον Πλάγιο Λόγο γίνονται:
Ειδική πρόταση
Ειδικό απαρέμφατο
Κατηγορηματική μετοχή

ΟΡΙΣΤΙΚΗ



ὑβριστὴς εἶ.








λέγει ὡς ὑβριστὴς εἰμί.

ἔλεγεν ὡς ὑβριστὴς εἴην.



νομίζει με ὑβριστὴν εἶναι.

ἐνόμιζέ με ὑβριστὴν εἶναι.






γιγνώσκει με ὑβριστὴν ὄντα.

ἐγίγνωσκέ με ὑβριστὴν ὄντα.


ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
ΔΥΝΗΤΙΚΗ ΟΡΙΣΤΙΚΗ
ὑβριστὴς ἂν ἦσθα.


λέγει ὡς ὑβριστὴς ἂν ἦν.

ἔλεγεν ὡς ὑβριστὴς ἂν ἦν.


νομίζει με ὑβριστὴν ἂν εἶναι

ἐνόμιζέ με ὑβριστὴν ἂν εἶναι.



γιγνώσκει με ὑβριστὴν ἂν ὄντα.

ἐγίγνωσκέ με ὑβριστὴν ἂν ὄντα.


ΔΥΝΗΤΙΚΗ ΕΥΚΤΙΚΗ

ὑβριστὴς ἂν εἴης.


λέγει ὡς ὑβριστὴς ἂν εἴην.

ἔλεγεν ὡς ὑβριστὴς ἂν εἴην.


νομίζει με ὑβριστὴν ἂν εἶναι

ἐνόμιζέ με ὑβριστὴν ἂν εἶναι.



γιγνώσκει με ὑβριστὴν ἂν ὄντα.

ἐγίγνωσκέ με ὑβριστὴν ἂν ὄντα.


Ρήματα
Εξάρτησης
λεκτικά, γνωστικά, αισθητικά, δηλωτικά, δεικτικά, αγγελτικά
και όσα
δηλώνουν μνήμη, ανάμνηση, μάθηση,αντίληψη.
δοξαστικά, λεκτικά, γνωστικά, αισθητικά, δηλωτικά, δεικτικά, αγγελτικά και τα ἐλπίζω, ὄμνυμι προσδοκῶ, ἐπαγγέλλομαι, ὑπισχνοῦμαι
γνωστικά, αισθητικά, δηλωτικά, δεικτικά, αγγελτικά και όσα δηλώνουν μνήμη, ανάμνηση, μάθηση, αντίληψη, έλεγχο.



             Β. Κύριες  προτάσεις επιθυμίας

Οι προτάσεις αυτές, που εκφέρονται με προτρεπτική\ αποτρεπτική υποτακτική ή προστακτική ή ευχετική ευκτική, εξαρτώμενες από ρήματα προτρεπτικά ή κελευστικά ή ευχετικά , μετατρέπονται σε τελικό
απαρέμφατο.



Παραδείγματα:  (ΕΛ)   Μὴ τούτων ἀποψηφίσησθε.
                       
                          (ΠΛ)  Συμβουλεύω ἡμῖν μὴ τούτων ἀποψηφίσασθαι.

                          ( ΕΛ)  Κῦρος εὐτυχήσειε.
                            
                           (ΠΛ)  Οἱ στρατιῶται ηὔχοντο Κῦρον εὐτυχῆσαι.

                         (ΕΛ)   Μὴ κλέπτετε.
                       
                         (ΠΛ)  Προστέτακται αὐτοῖς μὴ κλέπτειν.


Ο πλάγιος λόγος της επιθυμίας
Οι εγκλίσεις της επιθυμίας (κύριες – ανεξάρτητες προτάσεις στον πλάγιο λόγο)
στον ευθύ λόγο
στον πλάγιο λόγο
Ρήματα εξάρτησης
Παραδείγματα
Τύποι του πλαγίου λόγου
Προστα-
κτική

λέγε



κελευστικά

προτρεπτικά

συμβουλευτικά

παρακλητικά

βουλητικά

αιτητικά

ευχετικά

απαγορευτικά


αποτρεπτικά



κελεύει με λέγειν.

ἐκέλευε με λέγειν.

ΤΕΛΙΚΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ

Αποτρε-πτική προστα-κτική

μὴ ποιεῖτε


ἀπαγορεύει ἡμᾶς μὴ  ποιεῖν.

ἀπηγόρευεν ἡμᾶς μὴ ]ποιεῖν.

Αποτρε-πτική υποτακτι
κή


μὴ ἀφῆτε




ἀπαγορεύει ἡμᾶς μὴ  ἀφεῖναι.

ἀπηγόρευεν ἡμᾶς μὴ  ἀφεῖναι.


Προτρε-πτική υποτα-κτική
ἴωμεν εἰς τὴν πόλιν

  ἀπίωμεν




παραινεῖ /παρῄνει ἡμᾶς ἰέναι εἰς τὴν πόλιν.

 ἔδοξεν αὐτοῖς     ἀπιέναι

Ευχετική ευκτική

γένοιο πατρὸς εὐτυχέστερος



εὔχεται γενέσθαι με πατρὸς εὐτυχέστερον

             
                 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

    1.   Οι κύριες προτάσεις επιθυμίας τρέπονται στον πλάγιο λόγο σε τελικό απαρέμφατο του αντίστοιχου χρόνου με το ρήμα της πρότασης στον ευθύ.

ü  Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στη σχέση ταυτοπροσωπίας ή ετεροπροσωπίας του τελικού απαρεμφάτου του πλαγίου λόγου επιθυμίας με το ρήμα εξάρτησης. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για ετεροπροσωπία, αφού τα λόγια μας ή τα λόγια κάποιου άλλου μεταφέρονται στον πλάγιο λόγο από ένα τρίτο πρόσωπο. Δεν αποκλείεται ,όμως, και η περίπτωση της ταυτοπροσωπίας, όταν το ίδιο πρόσωπο μεταφέρει τα δικά του λόγια σε κάποιον άλλον.



Γ.  Ευθείες ερωτήσεις κρίσεως

Ευθείες ερωτήσεις κρίσεως είναι οι ερωτήσεις που εκφέρονται με οριστική, δυνητική οριστική και δυνητική ευκτική. Στον πλάγιο λόγο μετατρέπονται σε πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις. Εξαρτώνται από ρήματα που σημαίνουν ἐρωτῶ.

ü  Μια ευθεία ερώτηση που εκφέρεται με οριστική ενεστώτα ,στον πλάγιο λόγο μετατρέπεται σε πλάγια ερώτηση, που εκφέρεται με οριστική ενεστώτα μετά από αρκτική εξάρτηση και με ευκτική του πλαγίου λόγου ( στον ίδιο χρόνο), αν η εξάρτηση είναι ιστορικού χρόνου. Μερικές φορές, η οριστική της ευθείας ερώτησης διατηρείται και στην πλάγια, ακόμη και μετά από ιστορική εξάρτηση. Αυτό συμβαίνει όταν δε δηλώνεται υποκειμενική άποψη, για να δηλωθεί το έντονα πραγματικό.

Παραδείγματα: (ΕΛ)  Ούκ αἰσχύνει;
                       
                         (ΠΛ)  Πρωταγόρας ἐρωτᾷ εί οὐκ αἰσχύνομαι.

                       
                         (ΕΛ)  Oἶσθα τι ἀγαθόν;
                      
                         (ΠΛ) Ἀρίστιππος Σωκράτη ἤρετο εἰ τι εἰδείη ἀγαθόν.

                       
                        (ΕΛ) Πόσην ὁδὸν διηλάσατε;      

                        (ΠΛ) Κῦρος ἐπυνθάνετο αὐτῶν ὁπόσην ὁδὸν διήλασαν.

Ø      Μια ευθεία ερώτηση που εκφέρεται με δυνητική οριστική, στον πλάγιο λόγο διατηρεί την δυνητική οριστική, ανεξάρτητα από τον χρόνο εξάρτησης.

Παράδειγμα:  (EΛ)    Ποίᾳ δυνάμει μᾶλλον ἂν ἐκολάσασθε
                               Αἰγυπτίους;
                          
                          (ΠΛ) Οὐχ ὁρῶ/Οὐκ εἶδον ποίᾳ δυνάμει μᾶλλον ἂν ἐκολάσασθε Αἰγυπτίους.



Ø      Μια ευθεία ερώτηση που εκφέρεται με δυνητική ευκτική, στον πλάγιο λόγο διατηρεί την δυνητική ευκτική, ανεξάρτητα από τον χρόνο εξάρτησης.

                Παράδειγμα: (ΕΛ)     Πῶς ἂν τὴν μάχην συμφορώτατα ποιησαίμεθα;
                                            
                                       (ΠΛ) Ἐρωτᾷ/Ἠρώτα Μειδίας πῶς ἂν τὴν μάχην συμφορώτατα ποιήσαιντο.








Οι ευθείες ερωτήσεις κρίσεως
Εξαρτώμενες από ρήματα που δηλώνουν
Γίνονται πλάγιες ερωτήσεις κρίσεως
τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν;
[απλή οριστική]

ερώτηση
απόκριση
δήλωση
απόδειξη
αίσθηση
γνώση
άγνοια
θαυμασμό
αμφιβολία
αγωνία
σκέψη
εξέταση


Δημοσθένης ἐρωτᾷ ὅστις οὕτως εὐήθης ἐστίν.

Δημοσθένης ἤρετο ὅστις οὕτως εὐήθης εἴη.

τίς οὕτως εὐήθης ἂν ἦν;
[δυνητική οριστική]

Δημοσθένης ἐρωτᾷ ὅστις οὕτως εὐήθης ἂν ἦν.

Δημοσθένης ἤρετο ὅστις οὕτως εὐήθης ἂν ἦν.






τίς οὕτως εὐήθης ἂν εἴη;
[δυνητική ευκτική]


Δημοσθένης ἐρωτᾷ ὅστις οὕτως εὐήθης ἂν εἴη.

Δημοσθένης ἤρετο ὅστις οὕτως εὐήθης ἂν εἴη.





Δ. Ευθείες ερωτήσεις επιθυμίας


Ευθείες ερωτήσεις επιθυμίας ονομάζονται οι ευθείες ερωτήσεις που εκφέρονται με απορηματική υποτακτική. Σε εξάρτηση από αρκτικό χρόνο, οι ευθείες ερωτήσεις διατηρούν την υποτακτική και στον πλάγιο λόγο. Όταν η εξάρτηση είναι ιστορικού χρόνου, τότε η υποτακτική μετατρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου. Πολλές φορές, ωστόσο, η υποτακτική ( απορηματική) του ευθέος λόγου διατηρείται και στον πλάγιο λόγο, ακόμη κι αν η εξάρτηση είναι ιστορικού χρόνου. Αυτό συμβαίνει για λόγους έμφασης , για να προσδοθεί παραστατικότητα και ζωντάνια στον λόγο και για να δηλωθεί  η άποψη του υποκειμένου της κύριας πρότασης και όχι του συγγραφέα.

Παραδείγματα:     (ΕΛ)   Πέμψωμεν πρέσβεις;
                           
                            (ΠΛ)   Ἐρωτῶσι ἡμᾶς εἰ πέμψωσιν πρέσβεις.

                     

                           (ΕΛ)   Παραδῶμεν Κορινθίοις τὴν πόλιν;
                            
                           ( ΠΛ)  Τὸν θεὸν ἐπήροντο εἰ παραδοῖεν Κορινθίοις τὴν πόλιν.

                            (ΕΛ)    Κατακαύσωμεν αὐτοὺς ἤ τι ἄλλο χρησώμεθα;
                            
                            ( ΠΛ)  Πλαταιῆς ἐβουλεύοντο εἴτε κατακαύσωσι τοὺς νεκροὺς ἤ τι ἄλλο χρήσωνται.


        Ε.   Δευτερεύουσες προτάσεις στον πλάγιο λόγο

Ø  Αν το ρήμα εξάρτησης είναι αρκτικού χρόνου, τότε οι δευτερεύουσες προτάσεις της περιόδου διατηρούν την ίδια έγκλιση και χρόνο.

                  Παραδείγματα:  (ΕΛ) Ἐπεδάν τις άγαθός ὤν τελευτήσῃ, μεγάλην τιμὴν
                                               ἔχει.
                                         
                                                (ΠΛ) Λέγει ὅτι ἐπεδάν τις ἀγαθός ὤν τελευτήσῃ, μεγάλην τιμὴν ἔχει.

Ø  Αν το ρήμα εξάρτησης είναι ιστορικού χρόνου τότε η οριστική αρκτικού χρόνου και κάθε υποτακτική (με ή χωρίς το ἄν) μπορούν να μετατραπούν σε ευκτική χωρίς το ἄν του ίδιου χρόνου (όταν μια υποτακτική γίνεται ευκτική, αποβάλλει το ἄν και το ἐὰν, ὅταν, ἐπειδὰν, ὁπόταν  κ.τ.λ. γίνονται αντίστοιχα εἰ, ὅτε, ἐπειδὴ, ὁπότε κ.τ.λ.
             
                   Παραδείγματα:  (ΕΛ) Ἐπειδὰν δειπνήσητε, συσκευασάμενοι
                                                πάντες  ἀναπαύεσθε .
           
                                             (ΠΛ) Εἶπεν ὅτι ἐπειδὴ δειπνήσαιε,    
                                                συσκευασαμένους πάντας ἀναπαύεσθαι.  
                                                   
  


Ø  Πολλές φορές η απλή οριστική και υποτακτική ( με ή χωρίς το αοριστολογικό ἄν), όταν εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο, μπορεί να διατηρούνται και στις δευτερεύουσες προτάσεις του πλαγίου λόγου, μόνο στην περίπτωση που το περιεχόμενο της δευτερεόυσας πρότασης δηλώνει κάτι ως γνώμη του υποκειμένου του ρήματος της πρότασης, από την οποία εξαρτάται η δευτερεύουσα, ή για να γίνει ο λόγος  πιο ζωηρός-παραστατικός.               






     Παραδείγματα: (ΕΛ)  Ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθὺς
          ἀποπέμψω σε

 (ΠΛ) Ἔλεγεν ὅτι, ἐπειδὰν ἡ στρατεία λήξῃ, εὐθὺς ἀποπέμψει αύτόν.                           
                                                    
Ø  Η άρνηση του ευθέος λόγου παραμένει η ίδια και στον πλάγιο. Εξαίρεση αποτελεί το ειδικό απαρέμφατο  που σπάνια παίρνει άρνηση μὴ. Ακόμη, στις πλάγιες ερωτήσεις με το εἰ, η άρνηση είναι οὐ ή μη.

Ø   Η δυνητική  ευκτική δευτερευουσών προτάσεων παραμένει αμετάβλητη, όποιος κι αν είναι ο χρόνος εξάρτησης.

 Παραδείγματα: (ΕΛ)  Δέομαί σου παραμεῖναι, ὡς ἐγὼ οὐδ᾿ ἂν  
 ἄλλου άκούσαιμι ἤ σοῦ.
                                                   
                                  (ΠΛ) Λέγει/Ἔλεγεν ὅτι δεῖται/δέοιτο τούτου παραμεῖναι
                                     ὡς  οὐδ᾿ ἂν  ἄλλου ἀκούσαι/ἀκούσειεν ἤ τούτου.
             

                                                                                              
Ø   Η δυνητική οριστική δευτερευουσών προτάσεων παραμένει αμετάβλητη, όποιος κι αν είναι ο χρόνος εξάρτησης.
        
  Παραδείγματα: (ΕΛ)   Διὰ τοῦτο ἐπιτιμῶ, ὅτι πάλαι ἂν ἅπαντα
  ἀπωλέσατε. 

  (ΠΛ) Λέγει/Ἔλεγεν ὅτι διὰ τοῦτο ἐπιτιμᾷ / ἐπιτιμῷ,   
           ὅτι πάλαι ἂν ἅπαντα ἀπωλέσαμεν.

Ø   Η οριστική παρατατικού και αορίστου των δευτερευουσών προτάσεων μπορεί να διατηρηθεί ακόμη και μετά από ιστορική εξάρτηση για λόγους χρονικού προσδιορισμού, για να αποφευχθεί, δηλαδή, η σύγχυση για το αν θα αντιπροσώπευαν στον ευθύ λόγο ενεστώτα ή παρατατικό, οριστική ή υποτακτική για τον αόριστο.
      
                  Παραδείγματα: (ΕΛ)   Ἔως μὲν ἡμεῖς οἴκοι ἦμεν, ἐδέχετό τε ἡ πόλις 
                                                ὑμᾶς∙ ἐπεὶ δὲ ἡμᾶς ἐξέβαλον, ἕπεσθαι μὲν  
οὐδαμοῦ έθέλουσι 
            
(ΠΛ) Οἱ φεύγοντες ἔλεγον ὅτι ἕως μὲν αὐτοὶ οἴκοι ἦσαν ἐδέχετό τε ἡ πόλις τοὺς Λακεδαιμονίους∙ ἐπεὶ δὲ σφᾶς  ἐξέβαλον, ὡς ἕπεσθαι μὲν οὐδαμοῦ ἐθέλοιεν.

Στα παραδείγματα, οι οριστικές ἦμεν και ἐξέβαλον  του ευθέος λόγου παραμένουν και στον πλάγιο λόγο. Αν τις μετατρέπαμε σε ευκτική του πλαγίου λόγου, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι στον ευθύ λόγο αναφέρονταν στο μέλλον και εκφέρονταν με υποτακτική (ἂν ὦσι, ἂν ἐκβάλωσι)                                     
                                      
Ø        Μια ευκτική ενεστώτα στον πλάγιο λόγο μπορεί να εκπροσωπεί:
Α. την οριστική ενεστώτα
Β. την οριστική παρατατικού
Γ. την υποτακτική ενεστώτα με ή χωρίς το ἄν
Δ. την ευκτική ενεστώτα

               
          Παραδείγματα υποθετικών λόγων στον πλάγιο λόγο
        Ευθύς λόγος
                                   Πλάγιος λόγος

Εἶπεν ὅτι
ἔφη
Εἴ τι εἶχεν , ἐδίδου
Εἴ τι εἶχεν, ἐδίδου
(διδόναι)
Εἴ τι ἔσχον, ἔδωκα

Εἴ τι ἔσχεν, δοίη (ασυνήθιστος συνδυασμός)
(δοῦναι)
ἐάν τι ἔχω, δώσω

Εἴ τι ἔχοι, δώσει
(δώσειν)
ἐάν τι ἔχω, δίδωμι

Εἴ τι ἔχοι, διδοίη
(διδόναι)
Εἴ τι εἶχον, ἐδίδουν ἄν

Εἴ τι εἴχεν, ἐδίδου ἄν
(διδόναι ἄν)
Εἴ τι ἔσχον, ἔδωκα ἄν

Εἴ τι ἔσχεν, ἔδωκεν ἄν
(δοῦναι ἄν)
Εἴ τι ἔχοιμι, διδοίην

Εἴ τι ἔχοι, διδοίη ἄν
(διδόναι ἄν)





                                        Παρατηρήσεις

Η δυνητική οριστική με ἄν , η οριστική σε υποθετικό λόγο που δηλώνει το απραγματοποίητο με ἄν ή χωρίς ἄν (όπως το  ἐχρῆν, ἔδει κ.τ.λ.) παραμένει πάντα αμετάβλητη (για να αποτρέψει τη σύγχυση με την ευκτική του ευθέος λόγου)












        


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου